Ως
αναβάτης θαλασσών
ως γητευτής ανέμων
σε κάμπους αναλώθηκα
σε όρη προσγειώθηκα
να τιθασεύσω ανατολές
να γαληνέψω ελπίδες
τ’ ουρανού το μπλε να ξεδιπλώσω
της θάλασσας το πράσινο ν’ αλώσω
απ’ το ηλιοβασίλεμα το μωβ να κλέψω
με της χαραυγής το νάμα να το θρέψω.
Μ’ ένα πινέλο διάφανο
απ’ τα άστρα κεντημένο
καντήλι ν’ ανάψω στο φεγγάρι
να ξαποστάσει η θωριά του
καθώς μαζί του θα βρεθώ
εκεί, όπου ξυπνούν τα όνειρα
κι η νύχτα δεν φουντώνει
αφήνοντας ξωπίσω μου
ό,τι το φως τυφλώνει.
ως γητευτής ανέμων
σε κάμπους αναλώθηκα
σε όρη προσγειώθηκα
να τιθασεύσω ανατολές
να γαληνέψω ελπίδες
τ’ ουρανού το μπλε να ξεδιπλώσω
της θάλασσας το πράσινο ν’ αλώσω
απ’ το ηλιοβασίλεμα το μωβ να κλέψω
με της χαραυγής το νάμα να το θρέψω.
Μ’ ένα πινέλο διάφανο
απ’ τα άστρα κεντημένο
καντήλι ν’ ανάψω στο φεγγάρι
να ξαποστάσει η θωριά του
καθώς μαζί του θα βρεθώ
εκεί, όπου ξυπνούν τα όνειρα
κι η νύχτα δεν φουντώνει
αφήνοντας ξωπίσω μου
ό,τι το φως τυφλώνει.
Μαρία
Αργυρακοπούλου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου